Connect with us

Hi, what are you looking for?

Ελλάδα

Ο Ρένος Χαραλαμπίδης σε μια βαθιά εξομολόγηση στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ για τα «Φτηνά Τσιγάρα» που γίνονται μιούζικαλ στη Λυρική

Με γεμάτες τις μπαταρίες του επανέρχεται στο προσκήνιο ο ταλαντούχος ηθοποιός και σκηνοθέτης Ρένος Χαραλαμπίδης και μάλιστα με ένα εγχείρημα που συμβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα.

Η πολύ γνωστή ταινία του, τα «Φτηνά τσιγάρα», που σημάδεψε τη δεκαετία του ’90 και αγαπήθηκε παράφορα από τη νέα γενιά, μετατρέπεται από τις 16 Φεβρουαρίου σε μιούζικαλ στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής παίρνοντας τη μορφή «ρομαντικής οπερέτας» σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ρήγου.

Όταν του έγινε η πρόταση, ένιωσε πως η κινηματογραφική τέχνη του που χωρίς ιδιαίτερα μέσα είχε δημιουργήσει πριν 22 χρόνια, εμπνέει σήμερα άλλες τέχνες, όπως αυτή του μιούζικαλ.

Για τη σημερινή παράσταση ο συνθέτης Παναγιώτης Καλαντζόπουλος προσθέτει 16 νέα τραγούδια στην αρχική παρτιτούρα της ταινίας ενώ η ατμοσφαιρική σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Ρήγου αποδίδει τον αισθησιακό πυρήνα αυτής της sui generis ταινίας περιπλάνησης με στοιχεία φιλμ νουάρ μέσω μιας δεξιοτεχνικής χρήσης του χώρου, που συμπυκνώνει τις τοποθεσίες του πρωτότυπου σεναρίου γύρω από ένα πολυμορφικό, παραισθησιογόνο lounge. Τους στίχους των τραγουδιών υπογράφουν οι Παναγιώτης Καλαντζόπουλος, Πέτρος Βουνισέας, Μιχάλης Γκανάς και Ελένη Ζιώγα.

 

Η υπόθεση της ταινίας

 

«Είμαι συλλέκτης. Μαζεύω το πιο σκληρό και άγριο πράγμα του κόσμου: στιγμές».

Αύγουστος 1999. Γυρισμένη μέσα σε είκοσι τρεις ημέρες του Αυγούστου του 1999 με φόντο την έρημη Αθήνα, η δεύτερη κινηματογραφική ταινία του Ρένου Χαραλαμπίδη Φτηνά τσιγάρα φέρνει στο μυαλό έναν «τζαζ αυτοσχεδιασμό». Ο Ρένος Χαραλαμπίδης έγραψε το σενάριο της ταινίας καθώς ταξίδευε, εμπνευσμένος από τη συνάντησή του με τον μπιτ συγγραφέα Πωλ Μπόουλς, τις πλαστικές σακούλες με τα χρυσόψαρα που απλώνονταν σαν γιρλάντες στις λαϊκές αγορές της Ταγγέρης και τις ταινίες του Τζιμ Τζάρμους. Οι ήρωές του ερωτεύονται, βρίζουν, φιλοσοφούν, διεκδικούν τον ρομαντισμό και ικανοποιούνται με τα ελάχιστα, καπνίζοντας πάντα φτηνά τσιγάρα. Η ταινία, ένας φόρος τιμής στο κέντρο της Αθήνας και στον ανεκπλήρωτο έρωτα, σημάδεψε την έναρξη της δεκαετίας του 2000 χάρη στον αστικό ρομαντισμό και τη νυχτερινή, νεανική της αισθητική.

Μια ταινία «ανδρικού ρομαντισμού», σύμφωνα με τον συνθέτη Παναγιώτη Καλαντζόπουλο, τα Φτηνά τσιγάρα προβλήθηκαν σε άδειες αίθουσες από το φθινόπωρο του 2000 στον κινηματογράφο «Απόλλων» στην οδό Σταδίου, λαμβάνοντας κυρίως κακές κριτικές. «Τα Φτηνά τσιγάρα, που μου δίνουν όλες αυτές τις πολύ μεγάλες χαρές, είναι η ταινία μου που μου έχει δώσει και τις μεγαλύτερες θλίψεις. Έχασα την πίστη μου. Με συνέτριψε όλο αυτό. Τι να κάνεις δηλαδή όταν προβάλλεις μια ταινία και πάει άπατη; Έπεσα, μου κόπηκαν τα φτερά. Σκέφτηκα ότι η ταινία ήταν ένα προσωπικό μου καπρίτσιο, μία προσωπική μου τρέλα. Και ότι απέτυχα στους στόχους μου», είχε πει ο σκηνοθέτης της ταινίας Ρένος Χαραλαμπίδης. Ωστόσο, η ταινία δεν είχε πει την τελευταία της λέξη. Έπρεπε να περάσουν αρκετά χρόνια από την παταγώδη εμπορική αποτυχία της ώστε να κερδίσει σταδιακά ένα μεγαλύτερο κοινό, αρχικά χάρη στο βίντεο και κατόπιν στο διαδίκτυο.

«Έρχονταν στο δρόμο», θυμάται ο Ρένος Χαραλαμπίδης, «έχοντας δει την ταινία προφανώς από βιντεοκλάμπ και μου μιλούσαν. Και με το YouTube το όλο πράγμα εκτινάχτηκε!».

 

Η συνέντευξη:

 

Ο Ρένος Χαραλαμπίδης μιλώντας στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ και τη Μαριάνθη Κουνιά αποκαλύπτει άγνωστα πράγματα από την σύλληψη του κινηματογραφικού σεναρίου, αλλά και από τη σημερινή επαναφορά αυτής της θρυλικής ταινίας στη σκηνή της Λυρικής σε μορφή μιούζικαλ.

Πως περάσατε τα δύο τελευταία χρόνια του Κορωνοϊού; Τι σας κούρασε πιο πολύ;

Ήταν αντιφατικά χρόνια. Από τη μια ήταν δύσκολα για εμένα, αλλά από την άλλη είχα πολλή δουλειά. Έπαιξα στην τηλεόραση μετά από πολλά χρόνια, στα καλύτερα μας χρόνια. Κατόπιν ήταν μια εποχή που είχα την τύχη να ξεκινήσω συνεργασία με τη Λυρική Σκηνή. Επίσης τον καιρό αυτό εγκρίθηκε και το νέο μου κινηματογραφικό σενάριο με τίτλο «Βραδυνός εκφωνητής» οπότε προχωρώ και στην επόμενη ταινία μου. Ήταν μια πολλή παραγωγική εποχή. Ήμουν από τους φανατικούς των μέτρων. Κλείστηκα στο σπίτι μου και δεν διαμαρτυρήθηκα ποτέ. Έπρεπε τα πράγματα να γίνουν με βάση τις οδηγίες των ειδικών.

Σήμερα 22 χρόνια μετά την προβολή της ταινίας “Φτηνά Τσιγάρα” στους κινηματογράφους, το έργο σας γίνεται μιούζικαλ στη Λυρική. Πως προέκυψε αυτό;

Η ιδέα ανήκει στον Καλλιτεχνικό Διευθυντή της Εναλλακτικής Σκηνής κ. Ευκλείδη, και τον συνθέτη κ. Καλατζόπουλο. Για πρώτη φορά η Λυρική ανεβάζει μια ταινία στη μορφή μιούζικαλ. Ένιωσα πολύ κολακευμένος από την πρότασή τους, γιατί μια ταινία είδα πως εμπνέει άλλες τέχνες. Το μουσικό θέατρο είναι μια πολύπλοκη μορφή Τέχνης που συνδυάζει άλλες τέχνες. Το ότι το κινηματογραφικό υλικό μου ενέπνευσε την Τέχνη του μιούζικαλ είναι για εμένα πολύ κολακευτικό. Επίσης είναι πολύ σημαντικό ότι ανέλαβε τη σκηνοθεσία ο καταξιωμένος Κ.Ρήγος, ο διευθυντής Μπαλέτου της ΕΛΣ. Ο Καλατζόπουλος έγραψε καινούριες μουσικές. Στην ουσία το μιούζικαλ αυτό είναι κάτι τελείως καινούριο και διαφορετικό από την ταινία, από την οποία είναι απλώς εμπνευσμένο και δοδημένο αλλά έχει μια αυτόνομη ζωή.

Ποιόν ρόλο θα παίζετε εσείς;

Επειδή η ταινία αυτή μια αυτοβιογραφική και είναι πολύ προσωπική μου υπόθεση, υπήρχε στην αρχή μια αμηχανία ποιο ρόλο θα έκανα εγώ στην παράσταση. Βέβαια δεν μπορούσα να κάνω τον εαυτό μου, που ήταν τότε 29 ετών. Έτσι κάνω τον αφηγητή που αναφέρει όλα όσα τρέχουν πάνω από την ταινία. Και έτσι είμαι ένας συνδετικός κρίκος του παρελθόντος και του παρόντος. Αλλά τον εαυτό μου τον παίζει εξαιρετικά ένας νέος καλλιτέχνης, ο Θάνος Λέκκας.

Ποια ήταν η πιο μεγάλη πρόκληση- δυσκολία στο να γίνει μιούζικαλ αυτή η ταινία;

Η πιο μεγάλη δυσκολία ήταν ότι στη σκηνή δεν υπάρχουν οι ευκολίες του κινηματογράφου. Όταν εγώ κάνω πλάνα στην άδεια Αθήνα του 1999 και έχω δύο μόνο ανθρώπους να περπατάνε στην άδεια Πανεπιστημίου, αυτό δεν μπορεί να συμβεί σε ένα θέατρο. Τα Φτηνά Τσιγάρα είναι μια ταινία βαθιά κινηματογραφική, ταινία πόλης. Αυτό ήταν μια μεγάλη δυσκολία, τη λύση της οποίας έδωσε ο σκηνοθέτης Κ.Ρήγος.

Από πού βγήκε αυτός ο τίτλος; Πως εμπνευστήκατε αυτήν την ιστορία;

Ο τίτλος έχει ένα συμβολισμό. Όπως δηλώνει και μέσα στην ταινία υποδηλώνει την ξενοιασιά του ανθρώπου που δεν ζητάει πολλά από τη ζωή του. Του αρκεί να καπνίζει φτηνά τσιγάρα και δεν είναι καταναλωτής. Δεν τον ενδιαφέρει η εύκολη οικονομική ζωή και οι ανέσεις και οι μεγάλες απολαύσεις. Αλλά τον ενδιαφέρει μια ποιητική και με βάθος ζωή. Και η ταινία αυτή δημιουργήθηκε σε μια εποχή που η Ελλάδα βρισκόταν σε ακριβώς αντίθετη κατάσταση, το 1999 που κορφυφωνόταν το μεγάλο φαγοπότι. Ήρθε σε αντιπαράθεση με ότι συνέβαινε. Και ίσως και για αυτό τότε άργησε να συναντηθεί με τον παλμό του κοινού.

Ο κόσμος τι αγάπησε πιο πολύ σε αυτήν την ιστορία;

Ο κόσμος, είναι πια ξεκάθαρο, ότι αγάπησε τον ρομαντισμό της ταινίας. Και νομίζω πως αυτό έφερε και τη νέα γενιά κοντά της, στην εποχή που το φλέρτ έχει γίνει θέμα κυρίως των social media. Μια ταινία ενός ρομαντικού φλερτ είναι κάτι που εμπνέει και είναι και σπάνιο στο ελληνικό σινεμά. Τη δεκαετία του 90 ο ρομαντικός κινηματογράφος ήταν σχεδόν ανύπαρκτος.

Τι ήταν για εσάς αυτή η ταινία και τι είναι τώρα η συνεργασία σας με τη Λυρική;

Τα Φτηνα Τσιγάρα ήρθαν στη ζωή μου μετά από την πρώτη μου εμφάνιση στο σινεμά, την πρώτη ταινία που σκηνοθέτησα, το No budget story, μια βραβευμένη ταινία, που θεωρήθηκε η έναρξη του νέου ελληνικού κινηματογράφου. Τα Φτηνά Τσιγάρα ακολούθησαν αμέσως και πια κατατάσσονται στο κλασικό ελληνικό σινεμά. Η σημερινή συνεργασία έδειξε ότι η ταινία έχει αντοχή στο χρόνο. Η ταινία δημιουργήθηκε στο πέρασμα ακριβώς από τον 20 στον 21 αιώνα. Κυριολεκτικά σε μια Αθήνα που σε ένα χρόνο θα άλλαζε και περίμενε την Ολυμπιάδα και σε λίγο θα φτιαχνόταν το Μετρό στο Σύνταγμα. Πέτυχε την τελευταία τζούρα ενός τσιγάρου που έσβηνε για πάντα, που ήταν η Αθήνα της δεκαετίας του ’90.

Η συνεργασία μου αυτή με τη Λυρική οριοθετεί την επανεκκίνηση μου στον κινηματογράφο. Έχω μια δεκαετία που απέχω από το σινεμά. Έχω γράψει πάρα πολύ, έχω προετοιμαστεί για την επόμενη φάση και τώρα με αυτή τη συνεργασία επανακάπτω στον κινηματογράφο, ξαναπιάνω το αρχειακό μου υλικό και μου δίνεται και η ευκαιρία να ανακοινώσω την έναρξη της προετοιμασίας του «Νυχτερινός εκφωνητή», που θα γυριστεί μέσα στο 2022.

Γιατί σταματήσατε τότε στις τέσσερις ταινίες;

Υπάρχουν δυο λόγοι. Ο πρώτος ήταν η Κρίση που μπήκε η χώρα, που συνοδεύτηκε με μια προσωπική μου κρίση. Η εμπλοκή μου με τα κοινά, που ήταν πολύ δυνατή και τελευταία ο Κορωνοιός που σταμάτησε τα πάντα.

Τι νοσταλγείτε από εκείνα τα χρόνια;

Θυμάμαι τον μεγάλο μου ενθουσιασμό, που τη προηγούμενη δεκαετία χάθηκε. Τώρα σιγά σιγά επανέρχεται και σε συνδυασμό με την εμπειρία. Άρα τώρα ξαναβρίσκω τον παλιό μου ενθουσιασμό, που έχει το μεγάλο ατού να με βρίσκει έμπειρο.

Γιατί χάσατε τον ενθουσιασμό σας;

Επειδή ξεκίνησα πολύ νέος. Την πρώτη μου ταινία την σκηνοθέτησα στα 25 μου. Πρέπει να είμαι ίσως ο νεότερος σκηνοθέτης της χώρας.

Πως το κάνατε τόσο νέος; Είχατε χρήματα;

Όχι βέβαια δεν είχα τα λεφτά για να το κάνω. Απλά άρχισα να το κάνω με πατέντες. Το μεγαλύτερο κόστος στο σινεμά είναι το φιλμ. Τότε εγώ τράβηξα μια ταινία σε βίντεο και την μετέτρεψα σε φιλμ και την πρόβαλα σε κινηματογραφικές αίθουσες. Ξεκίνησα λοιπόν με μια ευρεσιτεχνία. Και ήμουν τόσο παθιασμένος και αποφασισμένος που τα λεφτά δεν θα με σταματούσαν. Μετά πήραν φωτιά τα πράγματα γιατί μετά την πρώτη μου ταινία εμφανίστηκαν άνθρωποι που άρχισαν να με πιστεύουν.

Στη συνέχεια βγάλατε χρήματα;

Μετά έπαιξα πολλά χρόνια στην τηλεόραση με μοναδικό στόχο να βγάζω χρήματα για να τροφοδοτώ τις ταινίες μου. Έκανα και μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες που μου έδιναν λεφτά.

Με τα τσιγάρα τώρα πως θα γίνει η παράσταση; Θα καπνίζετε στη σκηνή;

Όχι βέβαια. Είμαι φανατικός αντικαπνιστής. Θα υπάρχουν πολλά στην παράσταση, αλλά όχι αναμμένα. Ως σύμβολα της μποέμικης ζωής, της σκέψης ότι μπορούμε να ζούμε και με λίγα. Στην ταινία κάπνιζα και τα σέρτικα Λαμίας. Που να φανταζόμασταν τότε το 1999 ότι σήμερα θα απαγορευόταν να καπνίζουμε στις καφετέρειες. Τα χειρότερα τα έχω καπνίσει στους “Κάτι τρέχει με τους δίπλα” όπου κάπνιζα πούρα και μάλιστα πολύ ακριβά, Αβάνας. Και είχα πει στον σκηνοθέτη ότι ένα ακόμα πούρο να καπνίσω θα πάθω εγκεφαλικό.

Τι θυμάστε από τα γυρίσματα της ταινίας;

Έχει περάσει πολύς καιρός από το 1999 και εκείνα τα γυρίσματα έχουν μείνει στην καρδιά μου, αλλά είμαι πολύ μακριά από τότε. Το ταξίδι της ζωής μου έχει προχωρήσει πολύ. Τώρα είμαι ένας άλλος από ότι ήμουν τότε.

Πόσο εύκολο ήταν τότε να κάνετε ταινίες και πως είναι σήμερα τα πράγματα;

Η ψηφιακή επανάσταση άλλαξε τα πάντα. Τότε έπρεπε να περιμένουμε δυο μέρες για να εμφανιστεί το φιλμ και να δούμε τι έχουμε τραβήξει. Τώρα επι τόπου ξέρεις τι έχεις τραβήξει. Άλλαξε το σύμπαν του σινεμά στον κόσμο. Δεν έχει ουδεμία σχέση με το φιλμ που τραβάγαμε τότε στον τομέα των δυσκολιών που είχαμε. Ο πυρήνας όμως του κινηματογράφου, που είναι η αφήγηση των ιστοριών με τα κινηματοφαρικά εργαλεία, που είναι η εικόνα, ο ήχος το μοντάζ, αυτά είναι τα ίδια.

Η ταινία μιλάει για τον έρωτα και μάλιστα με ρομαντικό τρόπο. Εσείς είστε όντως τόσο ρομαντικός με τον έρωτα; Τα λόγια της ταινίας ήταν δικά σας λόγια;

Ναι βεβαίως αυτά τα λόγια ήταν κομμάτι της ζωής μου την εποχή εκείνη. Ο ρομαντισμός αυτός τώρα έχει εξελιχθεί. Αλλιώς είναι ο ρομαντισμός που είχα στα 20, αλλιώς τώρα στα 50. Τότε ήμουν και λίγο ιδεαλιστής. Τώρα ο ρομαντισμός μου κινείται πιο πολύ στο συναίσθημα. Τώρα θέλω ο ρμαντισμός να μου καλυτερεύει τη ζωή.

Κάπου στην ταινία λέτε “Η Ελλάδα κωλοχώρα, δεν καταλαβαίνει τους καλλιτέχνες” . Το πιστεύετε και σήμερα;

Όχι, έκανα λάθος με αυτήν φράση τότε. Ήταν μια άστοχη φράση που την είπα πολύ νέος. Δεν ήξερα. Όχι, η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα που φέρεται άσχημα στους καλλιτέχνες. Ίσως να φέρεται σκληρά, αλλά όχι άσχημα. Ο ελληνικός λαός έχει μέσα του καλλιτεχνική φλέβα. Πολλές φορές η εξουσία δεν καταλαβαίνει τους καλλιτέχνες, αλλά ο καλλιτέχνης έχει ανάγκη την ανεξαρτησία του. Γιαυτό πολλές φορές η σχέση εξουσίας και τέχνης δεν είναι λειτουργική. Οπότε αποσύρω τη φράση αυτή σήμερα.

Στην ταινία λέγατε ότι είστε συλλέκτης στιγμών. Τι στιγμές έχετε συλλέξει από τη ζωή σας έως τώρα;

Με λίγα λόγια η συλλογή των προσωπικών μου στιγμών είναι μια συλλογή που δεν αποφεύγει και τις πικρές στιγμές γιατί θεωρώ ότι οι αυτές είναι στιγμές μεγάλης διδαχής. Είμαι από αυτούς που μετανιώνουν για λάθη και αστοχίες. Αλλά τα κρατάω στο σακίδιο των εμπειριών μου ώστε να μη τα ξανακάνω.

Έχετε περάσει πικρές στιγμές;

Ναι όπως όλοι οι άνθρωποι. Και δεν προσπαθώ να τις ξεχάσω, αλλά να μάθω από αυτές.

Το κίνημα me too πως το σχολιάζετε; Τι έδειξε αυτή η έκρηξη πέρυσι;

Δεν το περίμενα αυτό. Εγώ δεν έχω δουλέψει ποτέ με κανένα από όσους κατηγορήθηκαν. Ούτε ήμουν στον κύκλο τους. Δεν θεωρούσα ότι μπορούσαν να φτάσουν σε τέτοια άκρα. Και από την άλλη δεν το περίμενα ότι οι κοπέλες αυτές θα μπορούσαν να μείνουν σιωπηλές τόσα χρόνια. Είχα να μάθω ότι η κοινωνία μας είναι ακόμα τρομαγμένη και χρειάζεται μια βοήθεια για να καταγγείλει τα κακώς κείμενα.

Με τι είχατε σοκαριστεί περισσότερο από όσα ακούστηκαν;

Πιο πολύ με σόκαρε το πόσο αμετανόητοι ήταν αυτοί που έκαναν αυτά τα πράγματα πριν συλληφθούν. Η αλαζονεία τους.

Είχε χαθεί το μέτρο στο όνομα της Τέχνης;

Ναι, αλλά στο όνομα της ανωμαλίας, όχι της Τέχνης γιατί η τέχνης είναι κάτι πολύ καθαρό. Έγινε κατάχρηση εξουσίας και πιστεύω πως η ελληνική δικαιοσύνη θα βάλει τα πράγματα στη θέση τους.

Εσείς έχετε ποτέ βρεθεί αντιμέτωπος στο παρελθόν με τέτοιες καταστάσεις με κάποιο μπούλινγκ ή κακοποίηση στη δουλειά σας;

Όχι είμαι ένας άνθρωπος με μεγάλη αυτονομία. Έχω συγκρουστεί μέσα στη δουλειά μου, με έχουν αδικήσει, έχω κι εγώ αδικήσει, αλλά ποτέ δεν φτάσαμε σε τέτοιες καταστάσεις.

Από ποια ηλικία ασχολείστε με την υποκριτική και πως βρεθήκατε σε αυτό το δρόμο;

Τώρα που έχουν περάσει 32 χρόνια από τοτε που γράφτηκα στο σχολή Υποκριτικής του Βασίλη Διαμαντόπουλου, έχω ξεκαθαρίσει μέσα μου γιατί ήθελα να γίνω ηθοποιός. Πολύ απλά γιατί ήταν η φύση μου. Είχα την τύχη πολύ νέος να καταλάβω πιο ήταν το μονοπάτι μου. Είχα και τη νεανική ματαιοδοξία να γίνω διάσημος, αλλά μετά καθώς ενεπλάκη με την υποκριτική μαγεύτηκα από την Τέχνη. Είμαι από τους λίγους ηθοποιούς της γενιάς μου που συστήθηκαν στο κοινό πρώτα σας πρωταγωνιστής του κινηματογράφου και μετά της τηλεόρασης και του θεάτρου.

Φλερτάρατε ποτέ με την έπαρση; Την είχατε ποτέ ψωνίσει λόγω των επιτυχιών σας;

Πάντα η φιλοδοξία μου ήταν τόσο μεγάλη που ότι και να πετύχαινα μου φαινόταν λίγο. Οπότε έτσι δεν ένιωθα αλαζονεία. Πάντα οι στόχοι μου ήταν πιο ψηλοί από αυτά που κατάφερνα. Έτσι δεν πήρα τόσο σοβαρά ποτέ τον εαυτό μου με την ένοια ότι και η ηθοποιοία ένα επάγγελμα είναι. Επίσης έγινα πανελλήνια γνωστός στα 30 μου το 1999 με το “Κάτι τρέχει με τους δίπλα” και με 10ετή εμπειρία. Με βρήκε τότε ώριμο η διασημότητα και ύστερα από σκληρή δουλειά. Δηλαδή ξεκίνησα από ηθοποιός της μιας ατάκας για να φτάσω να γίνω πρωταγωνιστής περνώντας από όλα τα σκαλιά. Αυτό με έκανε πραγματιστή.

Σας κούρασε ποτέ η δημοσιότητα;

Με έκανε πολλές φορές να νοσταλγώ την εποχή που ήμουν φτωχός και άνεργος. Αλλά επειδή ονειρεύομαι τόσα πολλά πράγματα που θέλω να κάνω στο Σινεμά και την Τηλεόραση και στο Θέατρο, η φήμη είναι το εργαλείο μου για να πραγματοποιώ όσα οραματίζομαι. Ο κόσμος δεν ξέρει τίποτα για την προσωπική μου ζωή. Ξέρει μόνο τη δουλειά μου και τις ιδέες μου.

Δείτε επίσης

MediaNews

Ποια τεχνικά προβλήματα έχουν προκύψει;

Reality

Αυτή αποτελεί και την 5η κατά σειρά αποβολή στο ριάλιτι επιβίωσης

Τηλεόραση

Για τη μεσημεριανή ζώνη καθημερινά ή την πρωινή του Σαββατοκύριακου